Στα 22 εκατ. ευρώ ανέρχεται ετησίως το κόστος από τις ηλεκτρονικές απάτες στην Ελλάδα, με το μεγαλύτερο ποσό να επιβαρύνει τους καταναλωτές.
Τα περισσότερα χρήματα από τις συναλλαγές με κάρτες «χάνονται» στις αγορές μέσω internet και τα περισσότερα χρήματα ανά απάτη «χάνονται» στις μεταφορές, δηλαδή στις online πληρωμές και στις μεταφορές κεφαλαίου μέσω internet και mobile banking.
Σύμφωνα, με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ο αριθμός των συναλλαγών απάτης το πρώτο εξάμηνο της περασμένης χρονιάς ανήλθε σε 136.153, με την αξία των συναλλαγών να υπερβαίνει τα 6,24 εκατ. ευρώ. Το 2020 τα κρούσματα ηλεκτρονικής απάτης είχαν ξεπεράσει τις 442.000 από 250.637 το 2019 και 147.300 το 2018.
Με βάση το άρθρο 22 του νομοσχεδίου του υπουργείου Ανάπτυξης, που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, πλέον οι καταναλωτές θα έχουν τη δυνατότητα αποζημίωσης από τις Τράπεζες σε περίπτωση που πέσουν θύματα ηλεκτρονικής απάτης, ακόμη και αν αυτό οφείλεται σε δική τους αμέλεια. Η αποζημίωση από τις Τράπεζες θα δίνεται υπό προϋποθέσεις και για ποσό άνω των 1.000 ευρώ. Μέχρι του ποσού των 1.000 ευρώ, την ευθύνη θα φέρει ο κάτοχος της κάρτας.
Συγκεκριμένα, με το άρθρο 22 του νομοσχεδίου, επιδιώκεται η προστασία του καταναλωτή σε περιπτώσεις «phishing», δηλαδή πρακτικές εξαπάτησης (με πλαστές ιστοσελίδες, ηλεκτρονικά μηνύματα ή ειδοποιήσεις), με τις οποίες οι δράστες πληροφορούνται ή υφαρπάζουν τους μυστικούς κωδικούς («ΡΙΝ», «ΤΑΝ») των καταναλωτών για διαδικτυακές συναλλαγές και μεταφορές χρημάτων, και προβλέπει τα εξής:
1. Ο πληρωτής ευθύνεται μέχρι του ανώτατου ποσού των 50 ευρώ για τις ζημίες από τη διενέργεια μη εγκεκριμένων πράξεων πληρωμής, οι οποίες προκύπτουν είτε από τη χρήση απολεσθέντος ή κλαπέντος μέσου πληρωμών είτε από υπεξαίρεσή του. Η εν λόγω υποχρέωση δεν ισχύει, εφόσον:
α) η απώλεια, κλοπή ή υπεξαίρεση του μέσου πληρωμών δεν ήταν δυνατό να εντοπιστεί από τον πληρωτή πριν από τη διενέργεια πράξης πληρωμής, εκτός αν ο πληρωτής είχε ενεργήσει με δόλο ή
β) η ζημία είχε προκληθεί από πράξεις ή παραλείψεις υπαλλήλου, αντιπροσώπου ή υποκαταστήματος ενός παρόχου υπηρεσιών πληρωμών ή οντότητας στην οποία ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών είχε αναθέσει τις δραστηριότητές του.
Ο πληρωτής ευθύνεται για όλες τις ζημίες που σχετίζονται με κάθε μη εγκεκριμένη πράξη πληρωμής, που προξένησε από δόλο, καθώς για τη με δόλο αθέτηση των υποχρεώσεών του. Στις περιπτώσεις αυτές, δεν ισχύει το ανώτατο ποσό που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.
2. Αν ο πληρωτής είναι καταναλωτής και εφόσον οι ζημιές οφείλονται σε βαριά αμέλεια, ευθύνεται μέχρι του ανώτατου ποσού των 1.000 ευρώ, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τη φύση των εξατομικευμένων διαπιστευτηρίων ασφαλείας και τις ειδικότερες περιστάσεις υπό τις οποίες το μέσο πληρωμής απωλέσθη, εκλάπη ή υπεξαιρέθηκε.